Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνομοταγέω
συνομόψηφος
συνομωνυμέω
συνομώνυμος
συνοξύνω
σύνοξυς
συνοπαδός
συνοπάζομαι
συνοπάων
συνοπλίζομαι
σύνοπλος
συνοπλοφορέω
συνοπτάω
συνοπτέον
συνοπτικός
σύνοπτος
σύνοπτρον
συνορατέον
συνορατικός
συνοράω
συνοργιάζω
View word page
σύνοπλος
under arms together, allied
ShortDef
under arms together, allied
Debugging
Headword:
σύνοπλος
Headword (normalized):
σύνοπλος
Headword (normalized/stripped):
συνοπλος
IDX:
85430
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85431
Key:
Data
{'content': 'under arms together, allied'}