Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνομοζωνία
συνομοιόομαι
συνομοιοπαθέω
συνομοίωμα
συνομολογέω
συνομολογητέον
συνομολογία
συνομονοέω
συνομόνοια
συνομόπλοος
συνομορέω
συνομοταγέω
συνομόψηφος
συνομωνυμέω
συνομώνυμος
συνοξύνω
σύνοξυς
συνοπαδός
συνοπάζομαι
συνοπάων
συνοπλίζομαι
View word page
συνομορέω
to abut upon
ShortDef
to abut upon
Debugging
Headword:
συνομορέω
Headword (normalized):
συνομορέω
Headword (normalized/stripped):
συνομορεω
IDX:
85419
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85420
Key:
Data
{'content': 'to abut upon'}