Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνομήρης
συνομιλέω
συνομιλητής
συνομιλία
συνόμιλος
συνόμνυμι
συνομοζωνία
συνομοιόομαι
συνομοιοπαθέω
συνομοίωμα
συνομολογέω
συνομολογητέον
συνομολογία
συνομονοέω
συνομόνοια
συνομόπλοος
συνομορέω
συνομοταγέω
συνομόψηφος
συνομωνυμέω
συνομώνυμος
View word page
συνομολογέω
to say the same thing with, to agree with
ShortDef
to say the same thing with, to agree with
Debugging
Headword:
συνομολογέω
Headword (normalized):
συνομολογέω
Headword (normalized/stripped):
συνομολογεω
IDX:
85413
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85414
Key:
Data
{'content': 'to say the same thing with, to agree with'}