Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σύνομβρος
συνομέστιος
συνόμευνος
συνομῆλιξ
συνομηρεύω
συνομήρης
συνομιλέω
συνομιλητής
συνομιλία
συνόμιλος
συνόμνυμι
συνομοζωνία
συνομοιόομαι
συνομοιοπαθέω
συνομοίωμα
συνομολογέω
συνομολογητέον
συνομολογία
συνομονοέω
συνομόνοια
συνομόπλοος
View word page
συνόμνυμι
to swear together

ShortDef

to swear together

Debugging

Headword:
συνόμνυμι
Headword (normalized):
συνόμνυμι
Headword (normalized/stripped):
συνομνυμι
IDX:
85408
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85409
Key:

Data

{'content': 'to swear together'}