Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνομαίμων
συνομαλύνω
συνομαρτέω
συνομβρίζω
σύνομβρος
συνομέστιος
συνόμευνος
συνομῆλιξ
συνομηρεύω
συνομήρης
συνομιλέω
συνομιλητής
συνομιλία
συνόμιλος
συνόμνυμι
συνομοζωνία
συνομοιόομαι
συνομοιοπαθέω
συνομοίωμα
συνομολογέω
συνομολογητέον
View word page
συνομιλέω
to converse with

ShortDef

to converse with

Debugging

Headword:
συνομιλέω
Headword (normalized):
συνομιλέω
Headword (normalized/stripped):
συνομιλεω
IDX:
85404
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85405
Key:

Data

{'content': 'to converse with'}