Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνόκτω
συνοκωχή
συνολισθάνω
συνολκή
συνολκόομαι
σύνολκος
συνόλλυμι
συνολμοκοπέω
συνολολύζω
σύνολος
συνολοφύρομαι
συνομαίμων
συνομαλύνω
συνομαρτέω
συνομβρίζω
σύνομβρος
συνομέστιος
συνόμευνος
συνομῆλιξ
συνομηρεύω
συνομήρης
View word page
συνολοφύρομαι
wail with

ShortDef

wail with

Debugging

Headword:
συνολοφύρομαι
Headword (normalized):
συνολοφύρομαι
Headword (normalized/stripped):
συνολοφυρομαι
IDX:
85393
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85394
Key:

Data

{'content': 'wail with'}