Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνοικτίζω
συνοίμιος
συνοιμώζω
συνοίομαι
συνοίσειν
συνοιστός
συνοίχομαι
συνοκλάζω
συνόκτω
συνοκωχή
συνολισθάνω
συνολκή
συνολκόομαι
σύνολκος
συνόλλυμι
συνολμοκοπέω
συνολολύζω
σύνολος
συνολοφύρομαι
συνομαίμων
συνομαλύνω
View word page
συνολισθάνω
slip and fall together

ShortDef

slip and fall together

Debugging

Headword:
συνολισθάνω
Headword (normalized):
συνολισθάνω
Headword (normalized/stripped):
συνολισθανω
IDX:
85385
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85386
Key:

Data

{'content': 'slip and fall together'}