Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνοικοδεσπότης
συνοικοδεσποτία
συνοικοδομέω
συνοικονομέω
σύνοικος
συνοικουρέω
συνοικουρία
συνοίκουρος
συνοικτίζω
συνοίμιος
συνοιμώζω
συνοίομαι
συνοίσειν
συνοιστός
συνοίχομαι
συνοκλάζω
συνόκτω
συνοκωχή
συνολισθάνω
συνολκή
συνολκόομαι
View word page
συνοιμώζω
lament together

ShortDef

lament together

Debugging

Headword:
συνοιμώζω
Headword (normalized):
συνοιμώζω
Headword (normalized/stripped):
συνοιμωζω
IDX:
85377
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85378
Key:

Data

{'content': 'lament together'}