Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνοικιάζω
συνοικίζω
συνοικισία
συνοίκισις
συνοικισμός
συνοικιστήρ
συνοικιστής
συνοικοδεσπότης
συνοικοδεσποτία
συνοικοδομέω
συνοικονομέω
σύνοικος
συνοικουρέω
συνοικουρία
συνοίκουρος
συνοικτίζω
συνοίμιος
συνοιμώζω
συνοίομαι
συνοίσειν
συνοιστός
View word page
συνοικονομέω
administer jointly

ShortDef

administer jointly

Debugging

Headword:
συνοικονομέω
Headword (normalized):
συνοικονομέω
Headword (normalized/stripped):
συνοικονομεω
IDX:
85370
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85371
Key:

Data

{'content': 'administer jointly'}