Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνογκόομαι
συνόδευσις
συνοδεύω
συνοδηγός
συνοδία
συνοδικός
συνοδίτης
συνοδοιπορέω
συνοδοιπορία
συνοδοιπόρος
συνοδοντίς
συνοδοπανσέληνος
σύνοδος
σύνοδος2
συνόδους
συνοδυνάομαι
συνοδύρομαι
συνόζω
σύνοιδα
συνοιδέω
συνοίδησις
View word page
συνοδοντίς
tunny
ShortDef
tunny
Debugging
Headword:
συνοδοντίς
Headword (normalized):
συνοδοντίς
Headword (normalized/stripped):
συνοδοντις
IDX:
85339
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85340
Key:
Data
{'content': 'tunny'}