Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συννομή
συννομίζω
συννομοθετέω
σύννομος
σύννομος2
σύννοος
συννοσέω
συννυκτερεύω
συννυμφοκόμος
σύννυμφος
συνογκάομαι
συνογκόομαι
συνόδευσις
συνοδεύω
συνοδηγός
συνοδία
συνοδικός
συνοδίτης
συνοδοιπορέω
συνοδοιπορία
συνοδοιπόρος
View word page
συνογκάομαι
bray along with

ShortDef

bray along with

Debugging

Headword:
συνογκάομαι
Headword (normalized):
συνογκάομαι
Headword (normalized/stripped):
συνογκαομαι
IDX:
85328
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85329
Key:

Data

{'content': 'bray along with'}