Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνίλλω
συνιπόω
συνιππάζομαι
συνίππαρχος
συνιππεύς
συνίππευσις
συνιππεύω
συνιππία
σύνιππος
συνίπταμαι
συνισθμίζω
συνισόομαι
συνίστημι
συνιστορέω
συνίστωρ
συνισχναίνω
συνισχυρίζω
συνίσχω
συνιτικός
συνιχνεύω
Συνναδικός
View word page
συνισθμίζω
form an isthmus
ShortDef
form an isthmus
Debugging
Headword:
συνισθμίζω
Headword (normalized):
συνισθμίζω
Headword (normalized/stripped):
συνισθμιζω
IDX:
85270
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85271
Key:
Data
{'content': 'form an isthmus'}