Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνθυσιαστής
συνθύτης
συνθύω
σύνθωκος
συνιαίνω
συνιατρεύω
συνιδιάζω
συνιδρόω
συνιδρύω
συνίδρωσις
συνιεράομαι
συνιερεύς
συνιερομνάμων
συνιεροποιέω
συνιεροποιός
συνίερος
συνιζάνω
συνίζησις
συνίζω
συνίημι
συνικετεύω
View word page
συνιεράομαι
join in performing holy rites
ShortDef
join in performing holy rites
Debugging
Headword:
συνιεράομαι
Headword (normalized):
συνιεράομαι
Headword (normalized/stripped):
συνιεραομαι
IDX:
85246
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85247
Key:
Data
{'content': 'join in performing holy rites'}