Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνθυμόομαι
συνθυσία
συνθυσιάζω
συνθυσιαστής
συνθύτης
συνθύω
σύνθωκος
συνιαίνω
συνιατρεύω
συνιδιάζω
συνιδρόω
συνιδρύω
συνίδρωσις
συνιεράομαι
συνιερεύς
συνιερομνάμων
συνιεροποιέω
συνιεροποιός
συνίερος
συνιζάνω
συνίζησις
View word page
συνιδρόω
perspire much
ShortDef
perspire much
Debugging
Headword:
συνιδρόω
Headword (normalized):
συνιδρόω
Headword (normalized/stripped):
συνιδροω
IDX:
85243
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85244
Key:
Data
{'content': 'perspire much'}