Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνθρησκεύω
συνθριαμβεύω
συνθρόησις
συνθρονίζω
σύνθρονος
σύνθροος
συνθρυλλέω
συνθρύπτω
συνθρῴσκω
συνθυμέω
συνθυμόομαι
συνθυσία
συνθυσιάζω
συνθυσιαστής
συνθύτης
συνθύω
σύνθωκος
συνιαίνω
συνιατρεύω
συνιδιάζω
συνιδρόω
View word page
συνθυμόομαι
to be angry with

ShortDef

to be angry with

Debugging

Headword:
συνθυμόομαι
Headword (normalized):
συνθυμόομαι
Headword (normalized/stripped):
συνθυμοομαι
IDX:
85233
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85234
Key:

Data

{'content': 'to be angry with'}