Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνθιασώτης
συνθιγγάνω
συνθλασμός
συνθλαστέον
συνθλάω
συνθλίβω
σύνθλιψις
συνθνῄσκω
συνθοινάτωρ
συνθολόω
συνθόλωσις
συνθορυβέω
συνθρανόομαι
σύνθραυσις
συνθραύω
συνθρηνήτρια
σύνθρηνος
συνθρησκευτής
συνθρησκεύω
συνθριαμβεύω
συνθρόησις
View word page
συνθόλωσις
making turbid
ShortDef
making turbid
Debugging
Headword:
συνθόλωσις
Headword (normalized):
συνθόλωσις
Headword (normalized/stripped):
συνθολωσις
IDX:
85215
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85216
Key:
Data
{'content': 'making turbid'}