Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνθηρευτής
συνθηρεύω
σύνθηρος
συνθητεύω
συνθιασεύω
συνθιασιτεύω
συνθιασώτης
συνθιγγάνω
συνθλασμός
συνθλαστέον
συνθλάω
συνθλίβω
σύνθλιψις
συνθνῄσκω
συνθοινάτωρ
συνθολόω
συνθόλωσις
συνθορυβέω
συνθρανόομαι
σύνθραυσις
συνθραύω
View word page
συνθλάω
to crush together

ShortDef

to crush together

Debugging

Headword:
συνθλάω
Headword (normalized):
συνθλάω
Headword (normalized/stripped):
συνθλαω
IDX:
85209
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85210
Key:

Data

{'content': 'to crush together'}