Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνθηματώδης
συνθηρατής
συνθηράω
συνθηρευτής
συνθηρεύω
σύνθηρος
συνθητεύω
συνθιασεύω
συνθιασιτεύω
συνθιασώτης
συνθιγγάνω
συνθλασμός
συνθλαστέον
συνθλάω
συνθλίβω
σύνθλιψις
συνθνῄσκω
συνθοινάτωρ
συνθολόω
συνθόλωσις
συνθορυβέω
View word page
συνθιγγάνω
touch together
ShortDef
touch together
Debugging
Headword:
συνθιγγάνω
Headword (normalized):
συνθιγγάνω
Headword (normalized/stripped):
συνθιγγανω
IDX:
85206
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85207
Key:
Data
{'content': 'touch together'}