Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνθεάομαι
συνθεατής
σύνθεμα
συνθεραπεύω
συνθερίζω
συνθερμαίνω
συνθεσία
συνθεσίδιον
συνθεσίη
σύνθεσις
συνθετέον
συνθετέος
συνθέτης
συνθετίζομαι
συνθετικός
συνθετισμός
σύνθετος
συνθέω
συνθεωρέω
συνθεώρημα
συνθεωρητέον
View word page
συνθετέον
one must compound

ShortDef

one must compound

Debugging

Headword:
συνθετέον
Headword (normalized):
συνθετέον
Headword (normalized/stripped):
συνθετεον
IDX:
85175
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85176
Key:

Data

{'content': 'one must compound'}