Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνηλυσίη
συνήλωσις
συνημέρευσις
συνημερευτής
συνημερεύω
συνημερόομαι
συνημμένως
συνημοσύνη
συνήμων
συνήνεμος
συνηνιοχέω
συνηνωμένως
συνήορος
συνηπειρώτης
συνηπεροπεύω
συνηρεμέω
συνηρετέω
συνηρέτης
συνηρέφεια
συνηρεφής
συνηρημένως
View word page
συνηνιοχέω
drive a chariot together

ShortDef

drive a chariot together

Debugging

Headword:
συνηνιοχέω
Headword (normalized):
συνηνιοχέω
Headword (normalized/stripped):
συνηνιοχεω
IDX:
85137
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85138
Key:

Data

{'content': 'drive a chariot together'}