Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνηγορητέον
συνηγορία
συνηγορικός
συνήγορος
συνήδομαι
συνηδύνω
συνήθεια
συνηθέομαι
συνήθης
συνηκολουθηκότως
συνήκοος
συνήκω
συνηλικία
συνῆλιξ
συνηλόω
σύνηλυς
συνηλυσίη
συνήλωσις
συνημέρευσις
συνημερευτής
συνημερεύω
View word page
συνήκοος
hearing together
ShortDef
hearing together
Debugging
Headword:
συνήκοος
Headword (normalized):
συνήκοος
Headword (normalized/stripped):
συνηκοος
IDX:
85121
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85122
Key:
Data
{'content': 'hearing together'}