Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνηγορέω
συνηγορητέον
συνηγορία
συνηγορικός
συνήγορος
συνήδομαι
συνηδύνω
συνήθεια
συνηθέομαι
συνήθης
συνηκολουθηκότως
συνήκοος
συνήκω
συνηλικία
συνῆλιξ
συνηλόω
σύνηλυς
συνηλυσίη
συνήλωσις
συνημέρευσις
συνημερευτής
View word page
συνηκολουθηκότως
by way of consequence, consistently
ShortDef
by way of consequence, consistently
Debugging
Headword:
συνηκολουθηκότως
Headword (normalized):
συνηκολουθηκότως
Headword (normalized/stripped):
συνηκολουθηκοτως
IDX:
85120
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85121
Key:
Data
{'content': 'by way of consequence, consistently'}