Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνέψημα
συνεψητέον
συνεψιάω
συνέψω
συνηβάω
συνηβολέω
συνηβολίη
σύνηβος
συνηγέομαι
συνηγμένως
συνηγορέω
συνηγορητέον
συνηγορία
συνηγορικός
συνήγορος
συνήδομαι
συνηδύνω
συνήθεια
συνηθέομαι
συνήθης
συνηκολουθηκότως
View word page
συνηγορέω
to be an advocate

ShortDef

to be an advocate

Debugging

Headword:
συνηγορέω
Headword (normalized):
συνηγορέω
Headword (normalized/stripped):
συνηγορεω
IDX:
85110
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85111
Key:

Data

{'content': 'to be an advocate'}