Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνεύχομαι
συνευωχέομαι
συνευωχητής
συνεφαιρέομαι
συνεφάπτομαι
συνεφαρμόζω
συνεφεδρεύω
συνεφέλκω
συνεφέπομαι
συνεφηβεύω
συνεφηβία
συνέφηβος
συνεφίημι
συνεφίστημι
συνεφοδιάζω
συνεφοράω
συνεφορεύω
συνεφορμάω
συνέφορος
συνέχεια
συνεχής
View word page
συνεφηβία
group of συνέφηβοι

ShortDef

group of συνέφηβοι

Debugging

Headword:
συνεφηβία
Headword (normalized):
συνεφηβία
Headword (normalized/stripped):
συνεφηβια
IDX:
85085
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85086
Key:

Data

{'content': 'group of συνέφηβοι'}