Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνευτυχέω
συνευφημέω
συνευφράζομαι
συνευφραίνομαι
συνευχή
συνεύχομαι
συνευωχέομαι
συνευωχητής
συνεφαιρέομαι
συνεφάπτομαι
συνεφαρμόζω
συνεφεδρεύω
συνεφέλκω
συνεφέπομαι
συνεφηβεύω
συνεφηβία
συνέφηβος
συνεφίημι
συνεφίστημι
συνεφοδιάζω
συνεφοράω
View word page
συνεφαρμόζω
fit along with
ShortDef
fit along with
Debugging
Headword:
συνεφαρμόζω
Headword (normalized):
συνεφαρμόζω
Headword (normalized/stripped):
συνεφαρμοζω
IDX:
85080
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85081
Key:
Data
{'content': 'fit along with'}