Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνευνομιῶται
σύνευνος
συνευπαίδευτος
συνευπάσχω
συνευπορέω
συνευρίσκω
συνευρύνω
συνευσεβέω
συνευσχημονέω
συνευτονέω
συνευτροφέω
συνευτυχέω
συνευφημέω
συνευφράζομαι
συνευφραίνομαι
συνευχή
συνεύχομαι
συνευωχέομαι
συνευωχητής
συνεφαιρέομαι
συνεφάπτομαι
View word page
συνευτροφέω
to be well-nourished also

ShortDef

to be well-nourished also

Debugging

Headword:
συνευτροφέω
Headword (normalized):
συνευτροφέω
Headword (normalized/stripped):
συνευτροφεω
IDX:
85069
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85070
Key:

Data

{'content': 'to be well-nourished also'}