Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνεσπειραμένως
συνεσπουδασμένως
συνεσσάδδω
συνεσταλμένως
συνεστέον
συνεστέος
συνεστηκότως
συνεστίασις
συνεστιάτωρ
συνεστιάω
συνέστιος
συνεστραμμένως
συνεστώ
συνεταιρίζω
συνέταιρος
συνετίζω
συνετός
συνετυμολογέω
συνεύαδον
συνευαρεστέω
συνευαστήρ
View word page
συνέστιος
sharing one's hearth

ShortDef

sharing one's hearth

Debugging

Headword:
συνέστιος
Headword (normalized):
συνέστιος
Headword (normalized/stripped):
συνεστιος
IDX:
85031
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85032
Key:

Data

{'content': "sharing one's hearth"}