Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνερτικός
συνερύω
συνέρχομαι
συνερωτάω
συνερώτησις
συνερωτητέον
συνεσθίω
σύνεσις
συνεσκευασμένως
συνεσπειραμένως
συνεσπουδασμένως
συνεσσάδδω
συνεσταλμένως
συνεστέον
συνεστέος
συνεστηκότως
συνεστίασις
συνεστιάτωρ
συνεστιάω
συνέστιος
συνεστραμμένως
View word page
συνεσπουδασμένως
with earnest zeal

ShortDef

with earnest zeal

Debugging

Headword:
συνεσπουδασμένως
Headword (normalized):
συνεσπουδασμένως
Headword (normalized/stripped):
συνεσπουδασμενως
IDX:
85022
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85023
Key:

Data

{'content': 'with earnest zeal'}