Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνερέω
συνερίζω
συνέριθος
συνερκτικός
συνερμαϊσταί
σύνερξις
συνέρομαι
συνερπύζω
συνερτικός
συνερύω
συνέρχομαι
συνερωτάω
συνερώτησις
συνερωτητέον
συνεσθίω
σύνεσις
συνεσκευασμένως
συνεσπειραμένως
συνεσπουδασμένως
συνεσσάδδω
συνεσταλμένως
View word page
συνέρχομαι
come together, meet

ShortDef

come together, meet

Debugging

Headword:
συνέρχομαι
Headword (normalized):
συνέρχομαι
Headword (normalized/stripped):
συνερχομαι
IDX:
85014
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85015
Key:

Data

{'content': 'come together, meet'}