Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνεπιτίθημι
συνεπιτιμάω
συνεπιτρέπω
συνεπιτρέχω
συνεπιτρίβω
συνεπιτροπεύω
συνεπίτροπος
συνεπιτροχάζομαι
συνεπιτυφόω
συνεπιφαίνω
συνεπιφάσκω
συνεπιφέρω
συνεπίφημι
συνεπιφθέγγομαι
συνεπιφορτίζω
συνεπιφύομαι
συνεπιφωνέω
συνεπιχειρέω
συνεπιχειρονομέω
συνεπιχωρέω
συνεπιψεύδομαι
View word page
συνεπιφάσκω
assent also
ShortDef
assent also
Debugging
Headword:
συνεπιφάσκω
Headword (normalized):
συνεπιφάσκω
Headword (normalized/stripped):
συνεπιφασκω
IDX:
84952
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84953
Key:
Data
{'content': 'assent also'}