Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνεπιστατέω
συνεπιστέλλω
συνεπιστενάζω
συνεπιστήμων
συνεπιστρατεύω
συνεπιστρέφω
συνεπισυκοφαντέω
συνεπισύρομαι
συνεπισφάζω
συνεπισφραγίζω
συνεπισχύω
συνεπίτασις
συνεπιταχύνω
συνεπιτείνω
συνεπιτελέω
συνεπιτέλλω
συνεπιτέμνω
συνεπιτίθημι
συνεπιτιμάω
συνεπιτρέπω
συνεπιτρέχω
View word page
συνεπισχύω
to join in supporting

ShortDef

to join in supporting

Debugging

Headword:
συνεπισχύω
Headword (normalized):
συνεπισχύω
Headword (normalized/stripped):
συνεπισχυω
IDX:
84935
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84936
Key:

Data

{'content': 'to join in supporting'}