Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀντευπάσχω
ἀντευποιέω
ἀντευποιΐα
ἀντεύφρασμα
ἀντευχαριστητέον
ἀντεφεστιάω
ἀντεφευρίσκω
ἀντεφήδομαι
ἀντεφίστημι
ἀντεφοδεύω
ἀντεφοδιάζομαι
ἀντεφοράω
ἀντεφορμάω
ἀντεφορμέω
ἀντεφόρμησις
ἀντέχω
ἄντη
ἀντῆ
ἀντήδην
ἀντήεις
Ἀντήιος
View word page
ἀντεφοδιάζομαι
to be furnished instead of provisions
ShortDef
to be furnished instead of provisions
Debugging
Headword:
ἀντεφοδιάζομαι
Headword (normalized):
ἀντεφοδιάζομαι
Headword (normalized/stripped):
αντεφοδιαζομαι
IDX:
8489
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8490
Key:
Data
{'content': 'to be furnished instead of provisions'}