Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνεπικλάω
συνεπικλίνω
συνεπικοσμέω
συνεπικούρειος
συνεπικουρέω
συνεπικουφίζω
συνεπικραδαίνω
συνεπικρατέω
συνεπικρίνω
συνεπικροτέω
συνεπικρύπτω
συνεπικυρόω
συνεπικωμάζω
συνεπιλαμβάνω
συνεπιλαμπρύνω
συνεπιλάμπω
συνεπιλέγω
συνεπιλείπω
συνεπιλεκτέον
συνεπιλογίζομαι
συνεπιλογιστέον
View word page
συνεπικρύπτω
to help to conceal

ShortDef

to help to conceal

Debugging

Headword:
συνεπικρύπτω
Headword (normalized):
συνεπικρύπτω
Headword (normalized/stripped):
συνεπικρυπτω
IDX:
84880
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84881
Key:

Data

{'content': 'to help to conceal'}