Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνεπερείδω
συνεπερίζω
συνεπέρχομαι
συνεπευδοκέω
συνεπευθύνω
συνεπευφημέω
συνεπεύχομαι
συνεπέχω
συνεπηχέω
συνεπιβαίνω
συνεπιβάλλω
συνεπιβλάπτομαι
συνεπιβλέπω
συνεπιβοηθέω
συνεπιβουλεύω
συνεπίβουλος
συνεπιγαυρόω
συνεπιγελάω
συνεπιγίγνομαι
συνεπιγραφεύς
συνεπιγραφή
View word page
συνεπιβάλλω
to apply one's mind also, to consider

ShortDef

to apply one's mind also, to consider

Debugging

Headword:
συνεπιβάλλω
Headword (normalized):
συνεπιβάλλω
Headword (normalized/stripped):
συνεπιβαλλω
IDX:
84833
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84834
Key:

Data

{'content': "to apply one's mind also, to consider"}