Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνέπειξις
συνεπείσειμι
συνεπεισκυκλέω
συνεπεισπίπτω
συνεπεισρέω
συνεπεισφέρω
συνεπεκπίνω
συνεπεκτείνω
συνεπελαφρίζω
συνεπελαφρύνω
συνεπεμβαίνω
συνεπεξεργάζομαι
συνεπερείδω
συνεπερίζω
συνεπέρχομαι
συνεπευδοκέω
συνεπευθύνω
συνεπευφημέω
συνεπεύχομαι
συνεπέχω
συνεπηχέω
View word page
συνεπεμβαίνω
mount upon together

ShortDef

mount upon together

Debugging

Headword:
συνεπεμβαίνω
Headword (normalized):
συνεπεμβαίνω
Headword (normalized/stripped):
συνεπεμβαινω
IDX:
84821
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84822
Key:

Data

{'content': 'mount upon together'}