Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνεπαιωρέομαι
συνεπακολουθέω
συνεπακτήρ
συνεπαλαλάζω
συνεπαμύνω
συνεπανήκω
συνεπανίσταμαι
συνεπανορθόω
συνεπαρήγω
συνεπασκέω
συνεπαύξω
συνεπαφίημι
συνέπεια
συνεπείγω
συνέπειμι
συνέπειξις
συνεπείσειμι
συνεπεισκυκλέω
συνεπεισπίπτω
συνεπεισρέω
συνεπεισφέρω
View word page
συνεπαύξω
help to increase

ShortDef

help to increase

Debugging

Headword:
συνεπαύξω
Headword (normalized):
συνεπαύξω
Headword (normalized/stripped):
συνεπαυξω
IDX:
84806
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84807
Key:

Data

{'content': 'help to increase'}