Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνεξορθιάζω
συνεξορίζω
συνεξορμάω
συνεξορούω
συνεξουρέω
συνεξούσιος
συνεξυγραίνω
συνεξυμνέω
συνεξωθέω
συνεξωραΐζω
συνεορτάζω
συνεορταστής
συνεοχμός
συνεπάγω
συνεπαγωνίζομαι
συνεπᾴδω
συνεπαινέω
συνέπαινος
συνεπαίρω
συνεπαισθάνομαι
συνεπαίσθησις
View word page
συνεορτάζω
join in keeping festival

ShortDef

join in keeping festival

Debugging

Headword:
συνεορτάζω
Headword (normalized):
συνεορτάζω
Headword (normalized/stripped):
συνεορταζω
IDX:
84784
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84785
Key:

Data

{'content': 'join in keeping festival'}