Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνέξειμι
συνεξελαύνω
συνεξελεύθερος
συνεξελίττομαι
συνεξέλκομαι
συνεξεμέω
συνεξεργάζομαι
συνεξερεύθω
συνεξερευνάω
συνεξερύω
συνεξέρχομαι
συνεξετάζω
συνεξεταστής
συνεξευρίσκω
συνεξηγέομαι
συνεξημερόομαι
συνεξιάομαι
συνεξιδρόω
συνεξικμάζω
συνεξικνέομαι
συνεξιππάζομαι
View word page
συνεξέρχομαι
to go or come out along with

ShortDef

to go or come out along with

Debugging

Headword:
συνεξέρχομαι
Headword (normalized):
συνεξέρχομαι
Headword (normalized/stripped):
συνεξερχομαι
IDX:
84750
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84751
Key:

Data

{'content': 'to go or come out along with'}