Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνεξάρχω
συνεξατμίζω
συνεξατονέω
συνεξεγείρομαι
συνέξειμι
συνεξελαύνω
συνεξελεύθερος
συνεξελίττομαι
συνεξέλκομαι
συνεξεμέω
συνεξεργάζομαι
συνεξερεύθω
συνεξερευνάω
συνεξερύω
συνεξέρχομαι
συνεξετάζω
συνεξεταστής
συνεξευρίσκω
συνεξηγέομαι
συνεξημερόομαι
συνεξιάομαι
View word page
συνεξεργάζομαι
destroy together

ShortDef

destroy together

Debugging

Headword:
συνεξεργάζομαι
Headword (normalized):
συνεξεργάζομαι
Headword (normalized/stripped):
συνεξεργαζομαι
IDX:
84746
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84747
Key:

Data

{'content': 'destroy together'}