Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντερειστικός
ἀντερέσσω
ἀντερίζω
ἀντέρομαι
ἀντερύομαι
ἀντερῶ
ἀντέρως
ἀντερωτάω
ἀντεταγών
ἀντεταιῶς
ἀντευδοκιμέω
ἀντευεργετέω
ἀντευεργέτημα
ἀντευεργέτης
ἀντευεργετικός
ἀντεύκρατος
ἀντευνοέω
ἀντευπάσχω
ἀντευποιέω
ἀντευποιΐα
ἀντεύφρασμα
View word page
ἀντευδοκιμέω
rival in distinction

ShortDef

rival in distinction

Debugging

Headword:
ἀντευδοκιμέω
Headword (normalized):
ἀντευδοκιμέω
Headword (normalized/stripped):
αντευδοκιμεω
IDX:
8472
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8473
Key:

Data

{'content': 'rival in distinction'}