Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντέρεισις
ἀντέρεισμα
ἀντερειστικός
ἀντερέσσω
ἀντερίζω
ἀντέρομαι
ἀντερύομαι
ἀντερῶ
ἀντέρως
ἀντερωτάω
ἀντεταγών
ἀντεταιῶς
ἀντευδοκιμέω
ἀντευεργετέω
ἀντευεργέτημα
ἀντευεργέτης
ἀντευεργετικός
ἀντεύκρατος
ἀντευνοέω
ἀντευπάσχω
ἀντευποιέω
View word page
ἀντεταγών
holding aloft

ShortDef

holding aloft

Debugging

Headword:
ἀντεταγών
Headword (normalized):
ἀντεταγών
Headword (normalized/stripped):
αντεταγων
IDX:
8470
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8471
Key:

Data

{'content': 'holding aloft'}