Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνενθουσιάζω
συνενθουσιάω
συνεννέπω
συνεννοέω
συνεννοητέον
συνενοχλέω
συνενόω
συνέντασις
συνενταφή
συνεντείνω
συνεξάγω
συνεξαιθερόω
συνεξαιθριάζω
συνεξαιματόω
συνεξαιρέω
συνεξαίρω
συνεξακολουθέω
συνεξακοντίζομαι
συνεξακούω
συνεξαλαπάζω
συνεξαλείφω
View word page
συνεξάγω
to lead out together

ShortDef

to lead out together

Debugging

Headword:
συνεξάγω
Headword (normalized):
συνεξάγω
Headword (normalized/stripped):
συνεξαγω
IDX:
84707
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84708
Key:

Data

{'content': 'to lead out together'}