Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνεμβαίνω
συνεμβάλλω
συνεμβιβάζω
συνεμβλητέον
συνεμβλητέος
συνεμβολή
συνεμέω
συνεμπάσσω
συνεμπίπρημι
συνεμπίπτω
συνεμπλέκω
συνεμπνέω
συνέμπορος
συνέμπτωσις
συνεμπυρίζω
συνεμφαίνω
συνέμφασις
συνεμφέρω
συνεμφύρομαι
συνεμφύω
συνενδείκνυμι
View word page
συνεμπλέκω
implicate also

ShortDef

implicate also

Debugging

Headword:
συνεμπλέκω
Headword (normalized):
συνεμπλέκω
Headword (normalized/stripped):
συνεμπλεκω
IDX:
84677
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84678
Key:

Data

{'content': 'implicate also'}