Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνέλασις
συνελαύνω
συνελέγχω
συνελεουρέω
συνελευθερόω
συνέλευσις
συνελευστικός
συνεληλυθότως
συνελίσσω
συνελκυστέον
συνελκυστέος
συνέλκω
συνελπίζω
συνεμβαίνω
συνεμβάλλω
συνεμβιβάζω
συνεμβλητέον
συνεμβλητέος
συνεμβολή
συνεμέω
συνεμπάσσω
View word page
συνελκυστέος
one must draw together

ShortDef

one must draw together

Debugging

Headword:
συνελκυστέος
Headword (normalized):
συνελκυστέος
Headword (normalized/stripped):
συνελκυστεος
IDX:
84664
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84665
Key:

Data

{'content': 'one must draw together'}