Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνεκφεύγω
συνεκφλεγμαίνω
συνεκφλογόομαι
συνεκφοιτάω
συνεκφορά
συνεκφορέω
συνεκφρύγω
συνεκφύομαι
συνεκφωνέω
συνεκφωτίζω
συνεκχέω
συνεκχυμόω
συνέλασις
συνελαύνω
συνελέγχω
συνελεουρέω
συνελευθερόω
συνέλευσις
συνελευστικός
συνεληλυθότως
συνελίσσω
View word page
συνεκχέω
to pour out together

ShortDef

to pour out together

Debugging

Headword:
συνεκχέω
Headword (normalized):
συνεκχέω
Headword (normalized/stripped):
συνεκχεω
IDX:
84652
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84653
Key:

Data

{'content': 'to pour out together'}