Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντεραστής
ἀντεράω
ἀντεργάζομαι
ἀντεργολαβέω
ἀντερεθίζω
ἀντερείδω
ἀντέρεισις
ἀντέρεισμα
ἀντερειστικός
ἀντερέσσω
ἀντερίζω
ἀντέρομαι
ἀντερύομαι
ἀντερῶ
ἀντέρως
ἀντερωτάω
ἀντεταγών
ἀντεταιῶς
ἀντευδοκιμέω
ἀντευεργετέω
ἀντευεργέτημα
View word page
ἀντερίζω
strive against, contend

ShortDef

strive against, contend

Debugging

Headword:
ἀντερίζω
Headword (normalized):
ἀντερίζω
Headword (normalized/stripped):
αντεριζω
IDX:
8464
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8465
Key:

Data

{'content': 'strive against, contend'}