Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνεκβλύζω
συνεκβοάω
συνεκβοηθέω
συνεκβόσκομαι
συνεκβράσσω
συνεκδαπανάω
συνεκδέχομαι
συνεκδημέω
συνεκδημητικός
συνεκδημία
συνέκδημος
συνεκδιαφορέομαι
συνεκδιδάσκω
συνεκδίδωμι
συνέκδικος
συνέκδοτος
συνεκδοχή
συνεκδοχικός
συνεκδρομή
συνεκδρομικῶς
συνεκδύομαι
View word page
συνέκδημος
a fellow-traveller

ShortDef

a fellow-traveller

Debugging

Headword:
συνέκδημος
Headword (normalized):
συνέκδημος
Headword (normalized/stripped):
συνεκδημος
IDX:
84538
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84539
Key:

Data

{'content': 'a fellow-traveller'}