Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνεισποιέω
συνεισπορεύομαι
συνεισπράσσω
συνεισρέω
συνειστρέχω
συνεισφέρω
συνεισφορά
συνείσφορος
συνεισφρέω
συνεκβαίνω
συνεκβάλλω
συνεκβιβάζω
συνεκβιόω
συνεκβλύζω
συνεκβοάω
συνεκβοηθέω
συνεκβόσκομαι
συνεκβράσσω
συνεκδαπανάω
συνεκδέχομαι
συνεκδημέω
View word page
συνεκβάλλω
to cast out along with

ShortDef

to cast out along with

Debugging

Headword:
συνεκβάλλω
Headword (normalized):
συνεκβάλλω
Headword (normalized/stripped):
συνεκβαλλω
IDX:
84525
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84526
Key:

Data

{'content': 'to cast out along with'}