Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνείρω
συνεισάγω
συνείσακτος
συνεισβαίνω
συνεισβάλλω
συνεισβολή
συνεισδίδωμι
συνεισδύω
συνείσειμι
συνεισελαύνω
συνεισένεξις
συνεισέρχομαι
συνεισευπορέω
συνεισηγέομαι
συνεισκατοικέω
συνεισκρίνομαι
συνεισπέμπω
συνεισπηδάω
συνεισπίπτω
συνεισπλέω
συνεισποιέω
View word page
συνεισένεξις
collatio

ShortDef

collatio

Debugging

Headword:
συνεισένεξις
Headword (normalized):
συνεισένεξις
Headword (normalized/stripped):
συνεισενεξις
IDX:
84505
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84506
Key:

Data

{'content': 'collatio'}