Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνεικάζω
συνείκοσι
συνείκω
συνειλαπινάζω
συνειλέω
συνείλησις
συνειλύω
συνείμαρται
σύνειμι
σύνειμι2
σύνειξις
συνεῖπον
συνειρμός
συνείρω
συνεισάγω
συνείσακτος
συνεισβαίνω
συνεισβάλλω
συνεισβολή
συνεισδίδωμι
συνεισδύω
View word page
σύνειξις
giving way
ShortDef
giving way
Debugging
Headword:
σύνειξις
Headword (normalized):
σύνειξις
Headword (normalized/stripped):
συνειξις
IDX:
84492
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84493
Key:
Data
{'content': 'giving way'}